Τα δέματα που αποστέλλονται από την Κίνα από διαδικτυακούς λιανοπωλητές, όπως οι Shein και Temu, θα αντιμετωπίσουν αυστηρούς τελωνειακούς ελέγχους στο πλαίσιο μιας νέας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά των «επικίνδυνων προϊόντων» που κατακλύζουν την αγορά της ΕΕ.
Οι αξιωματούχοι των Βρυξελλών κάλεσαν επίσης τους νομοθέτες της ΕΕ να καταργήσουν σταδιακά την εξαίρεση των τελωνειακών δασμών που ισχύει για δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ, η οποία επιτρέπει σε ξένους προμηθευτές να πωλούν φθηνά προϊόντα στην ΕΕ χωρίς να πληρώνουν φόρο.
Η Επιτροπή ανέφερε ότι πολλά από τα δισεκατομμύρια προϊόντα χαμηλής αξίας που εισέρχονται κάθε χρόνο στην ΕΕ δεν συμμορφώνονται με τους κανονισμούς της και ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες που τηρούν τους κανόνες χάνουν έδαφος από ανταγωνιστές που πωλούν μη ασφαλή ή παραποιημένα προϊόντα.
«Έχουμε δει μια αύξηση των προϊόντων χαμηλής αξίας που πωλούνται από εμπόρους εκτός ΕΕ μέσω διαδικτυακών αγορών», δήλωσε η αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Χένα Βίρκουνεν . «Πολλά από αυτά τα προϊόντα έχουν αποδειχθεί μη ασφαλή, παραποιημένα ή ακόμη και επικίνδυνα, και έτσι συχνά δεν πληρούν τα πρότυπά μας».
Όπως αναφέρει δημοσίευμα του Gurdian, πέρυσι, 4,6 δισεκατομμύρια δέματα χαμηλής αξίας εισήλθαν στην ΕΕ, δηλαδή 12 εκατομμύρια την ημέρα, τριπλάσια από ό,τι το 2022. Πάνω από το 91% των δεμάτων αξίας κάτω των 150 ευρώ προέρχονταν από την Κίνα, όπου οι Temu και Shein κατασκευάζουν και αποστέλλουν το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων τους.
Σε μια πολιτική έκθεση που δημοσιεύτηκε την περασμένη Τετάρτη, η Επιτροπή ανέφερε ότι θα συνεργαστεί με τις εθνικές τελωνειακές αρχές των 27 κρατών μελών της ΕΕ για να επικεντρωθεί στα μη ασφαλή προϊόντα που πωλούνται διαδικτυακά, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης της επιτήρησης της αγοράς και των δοκιμών.
«Σε απάντηση στην έκρηξη των εισαγωγών χαμηλής αξίας μέσω ηλεκτρονικού εμπορίου, είναι κρίσιμο να ολοκληρώσουμε τη μεταρρύθμιση της τελωνειακής μας ένωσης», δήλωσε ο Ευρωπαίος Επίτροπος Εμπορίου, Μάρος Σέφτσοβιτς. Πρότεινε επίσης να επιβληθεί ένα τέλος διαχείρισης στους λιανοπωλητές για να καλυφθεί το αυξανόμενο κόστος εποπτείας της συμμόρφωσης με τους κανονισμούς της ΕΕ.