Πρωτοποριακό γιλέκο ανιχνεύει πρώιμα σημάδια υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας

Ερευνητές στη Βρετανία δημιούργησαν ένα πρωτοποριακό γιλέκο που μπορεί να χαρτογραφήσει τις ηλεκτρικές ώσεις της καρδιάς με λεπτομέρεια και να ανιχνεύσει πρώιμα σημάδια μιας δυνητικά θανατηφόρας καρδιακής νόσου πολύ νωρίτερα από ό,τι είναι σήμερα δυνατό.

Το γιλέκο ηλεκτροκαρδιογραφικής απεικόνισης που ανέπτυξαν οι ερευνητές του University College London (UCL), μπόρεσε να ανιχνεύσει ηλεκτρικές αλλαγές που σχετίζονται με την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, σε ένα στάδιο όπου οι συμβατικές εξετάσεις δεν εντοπίζουν σημάδια ασθένειας. Η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια χαρακτηρίζεται από πάχυνση ενός τμήματος ή και ολόκληρης της καρδιάς και οφείλεται σε ανωμαλία του γενετικού υλικού. Πρόκειται για μια κληρονομική πάθηση του καρδιακού μυός που επηρεάζει την ικανότητα της καρδιάς να αντλεί αίμα σε όλο το σώμα. Εκτιμάται ότι επηρεάζει περίπου 1 στους 300 ενήλικες. Ενώ συχνά τα άτομα με γενετικές παραλλαγές που προκαλούν τη νόσο δεν έχουν συμπτώματα, η πάθηση μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια και αναφέρεται συχνά ως η πιο κοινή αιτία ξαφνικού απροσδόκητου θανάτου στους νέους.

«Χρησιμοποιώντας τη νέα μας τεχνική ανιχνεύσαμε ανεπαίσθητες ηλεκτρικές ανωμαλίες και έτσι καταφέραμε να διαγνώσουμε νωρίτερα την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια. Αυτό είναι σημαντικό καθώς σημαίνει ότι μπορούμε ενδεχομένως να δράσουμε νωρίτερα, παρέχοντας νέα θεραπεία για την επιβράδυνση της νόσου καθώς και να εισάγουμε άμεσα άτομα σε κλινικές δοκιμές που έχουν τη δυνατότητα να σταματήσουν εντελώς τη νόσο», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Δρ. Τζορτζ Τζόι από το Ινστιτούτο Καρδιαγγειακής Επιστήμης του UCL και το Καρδιολογικό Κέντρο Barts.

«Τα επόμενα βήματα της έρευνας περιλαμβάνουν την επιβεβαίωση αυτών των ευρημάτων σε μεγαλύτερη ομάδα ασθενών και την παρακολούθησή τους για να δούμε πώς αυτές οι πρώιμες ηλεκτρικές αλλαγές επηρεάζουν τον κίνδυνο εμφάνισης απειλητικών για τη ζωή καρδιακών ρυθμών αργότερα», εξήγησε.

Το γιλέκο διαθέτει 256 αισθητήρες αντί για τους 12 που χρησιμοποιούνται σε ένα τυπικό ηλεκτροκαρδιογράφημα και μπορεί να παρέχει λεπτομερή ηλεκτρική χαρτογράφηση της καρδιάς σε μόλις πέντε λεπτά. Προηγουμένως, αυτό το είδος λεπτομερούς χαρτογράφησης ήταν δύσκολος- είτε απαιτούσε την εισαγωγή καθετήρα μέσα στην κοιλότητα της καρδιάς είτε τη χρήση συσκευών μίας χρήσης οι οποίες είναι δαπανηρές και χρονοβόρες στην τοποθέτησή τους.

Στη μελέτη συμμετείχαν 174 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε γενετικό έλεγχο και 37 υγιείς εθελοντές. Ορισμένοι ασθενείς είχαν ήδη διαγνωστεί με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια ενώ άλλοι έφεραν γενετικές μεταλλάξεις που προκαλούν τη νόσο αλλά δεν εμφάνιζαν συμπτώματα. Η ομάδα διαπίστωσε ότι το γιλέκο εντόπισε ηλεκτρικές ανωμαλίες σε 1 από τα 4 άτομα με γονιδιακή μετάλλαξη στα οποία δεν είχαν ανιχνευθεί σημάδια ασθένειας είτε μέσω απεικόνισης καρδιακού μαγνητικού συντονισμού (MRI) είτε μέσω ΗΚΓ 12 απαγωγών, τον κλασικό τρόπο αξιολόγησης της ηλεκτρικής δραστηριότητας της καρδιάς. Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε ηλεκτροκαρδιογράφημα είχαν ανομοιόμορφο μοτίβο ανάκτησης ηλεκτρικού σήματος και επιβράδυνση της αγωγής των ηλεκτρικών σημάτων της καρδιάς.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν στη συνέχεια ένα μοντέλο μηχανικής μάθησης προκειμένου να αξιολογήσουν τη σοβαρότητα της νόσου και να εκτιμήσουν τον κίνδυνο αιφνίδιου θανάτου. Διαπίστωσαν ότι αυτή η αξιολόγηση συμφωνούσε με τις εκτιμήσεις οι οποίες βασίζονται σε πληροφορίες όπως η ηλικία και ορισμένα δομικά χαρακτηριστικά της καρδιάς.

«Αν και χρειάζεται περαιτέρω έρευνα, αυτή η μελέτη υποδηλώνει ότι η χρήση του γιλέκου, το οποίο συλλέγει πολύ πιο λεπτομερή δεδομένα από ένα κλασικό ΗΚΓ, θα μπορούσε να βοηθήσει στον εντοπισμό των ασθενών που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο εμφάνισης υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας. Μερικοί άνθρωποι που ζουν με την πάθηση είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς σε καρδιακή ανακοπή. Το γιλέκο θα μπορούσε να προσφέρει μια ευκαιρία στους γιατρούς να  διαγνώσουν την πάθηση έγκαιρα και να στοχεύσουν τη θεραπεία τους ώστε να αποτρέψουν την εξέλιξή της», δήλωσε η Δρ. Σόνια Μπαμπού-Ναραγιάν, καρδιολόγος και διευθύντρια στο Βρετανικό ίδρυμα Καρδιάς.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of the American College of Cardiology».

ΠΗΓΗ: Eurekalert

Must read

Related Articles