Κόπωση και απώλεια ακοής: Πώς συνδέονται;

Η υπερκόπωση είναι ένα παρατεταμένο αίσθημα κούρασης και εξάντλησης και συνδέεται με μειωμένη γνωστική λειτουργία, χειρότερη ψυχοκοινωνική ευεξία και μειωμένη ποιότητα ζωής.

Η απώλεια ακοής μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη προσπάθεια ακρόασης για την αντιστάθμιση των υποβαθμισμένων ακουστικών σημάτων και ως εκ τούτου αυξάνει την κόπωση στην καθημερινή ζωή.

Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο συσχετίζεται η απώλεια ακοής και η κόπωση είναι σημαντική για τη βελτίωση της καθημερινότητας των ατόμων που ζουν με κώφωση και μπορεί να συμβάλει στη διαχείριση της υγείας τους.

Στις ΗΠΑ κάθε δύο χρόνια πραγματοποιείται μια αντιπροσωπευτική έρευνα για το επίπεδο υγείας και διατροφής του πληθυσμού, η NHANES.

Στο πλαίσιο της μελέτης αυτής, ερευνητές από τα τμήματα Ψυχικής Υγείας και Ακοής της Σχολής Δημόσιας Υγείας Bloomberg του Johns Hopkins χρησιμοποίησαν δεδομένα από τα υποδείγματα ακοομετρίας από 2 κύκλους συμμετεχόντων στη μελέτη NHANES. Από τα έτη 2015-2016 ελέγχθηκαν 4.582 υποδείγματα ασθενών ηλικίας 20-69 ετών και από τα έτη 2017-2018 ελέγχθηκαν 3.131 υποδείγματα ασθενών ηλικίας 6-19 και πάνω από 70 ετών και στη συνέχεια το δείγμα περιορίσθηκε σε 3031 συμμετέχοντες με πλήρη δεδομένα ηλικίας 40 ετών και άνω επειδή το ενδιαφέρον εστιάστηκε στην απώλεια ακοής που σχετίζεται με την ηλικία.

Κατά τη νεότερη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο JAMA, η κούραση αξιολογήθηκε χρησιμοποιώντας μια ερώτηση αυτοαξιολόγησης: «Τις τελευταίες 2 εβδομάδες, πόσο συχνά σας ενοχλούσε να αισθάνεστε κουρασμένοι ή να έχετε λίγη ενέργεια;» με δυνατότητα απάντησης: καθόλου, πολλές ημέρες, περισσότερες από τις μισές ημέρες και σχεδόν κάθε μέρα.

Στη συνέχεια μέτρησαν την ακουστική ικανότητα, με την απώλεια ακοής να ξεκινά από τα 25 ντεσιμπέλ και παραπάνω, έναντι φυσιολογικής ακοής σε ένταση από 25 ντεσιμπέλ και χαμηλότερα.

Ακολούθησε η σύνδεση της απώλειας ακοής με την κόπωση με διάφορα μοντέλα, προσαρμοσμένα στην ηλικία, το φύλο, τη φυλή και την εθνικότητα, την εκπαίδευση, το κάπνισμα, το ποτό, την επαγγελματική έκθεση στον θόρυβο και την έκθεση σε θόρυβο εκτός εργασίας, καθώς και του δείκτη μάζας σώματος. Προσαρμόστηκε επιπλέον για συννοσηρότητες και καταθλιπτικά συμπτώματα. Η ανάλυση διεξήχθη τον Φεβρουάριο του 2023.

Αποτελέσματα
Από τους 3031 συμμετέχοντες, μέσης ηλικίας 58 ετών εκ των οποίων το 48% άνδρες, οι 2.318 (το 76%) είχαν φυσιολογική ακοή και 713 (το 24%) είχαν απώλεια ακοής.

Οι συμμετέχοντες με απώλεια ακοής συνήθως ανέφεραν κόπωση για περισσότερες από τις μισές ημέρες και σχεδόν κάθε μέρα σε σύγκριση με αυτούς που δεν είχαν η κόπωση. Η προσαρμογή για συννοσηρότητες και καταθλιπτικά συμπτώματα έδειξε σταθερά αποτελέσματα.

Στα μοντέλα ανά 10 ντεσιμπέλ χειρότερης ακοής διαπιστώθηκε μεγαλύτερη συχνότητα αναφοράς κόπωσης για σχεδόν κάθε μέρα, αλλά όχι για περισσότερες από τις μισές ημέρες.

Αν και ο συσχετισμός έτεινε να είναι ισχυρότερος μεταξύ των νεότερων, λευκών και γυναικών συμμετεχόντων, οι στατιστικές δοκιμές δεν έδειξαν σταθερή συσχέτιση ανά ηλικία, φύλο, φυλή και εθνικότητα.

Επόμενες μελέτες
Η απώλεια ακοής συσχετίστηκε οριζόντια με υψηλότερη συχνότητα κόπωσης μετά από προσαρμογή για δημογραφικά στοιχεία, παράγοντες τρόπου ζωής και συννοσηρότητες σε αυτό το εθνικά αντιπροσωπευτικό δείγμα μεσηλίκων και ηλικιωμένων ενηλίκων.

Όπως τόνισαν οι ερευνητές, το τρέχον σύνολο της βιβλιογραφίας είναι μικρό και ετερογενές και βασίζεται κυρίως σε ακουολογικές κλινικές μελέτες που ενδέχεται το δείγμα να περιλαμβάνει περισσότερους ασθενείς με κόπωση σχετιζόμενη με την απώλεια ακοής.

Η τρέχουσα μελέτη παρέχει τα απαραίτητα στοιχεία βάσει πληθυσμού από ένα εθνικά αντιπροσωπευτικό δείγμα.

Απαιτούνται μελλοντικές μελέτες με αξιολογήσεις κόπωσης που θα καταγράφουν την πολυδιάστασή του για να κατανοήσουμε πώς η απώλεια ακοής μπορεί να συμβάλει διαφορετικά στη σωματική και πνευματική κόπωση και να αποσαφηνιστεί πώς η απώλεια ακοής μπορεί να συσχετιστεί με μεταγενέστερα αποτελέσματα όπως η σωματική αναπηρία μέσω της κόπωσης.

Αυτή η μελέτη είχε έναν περιορισμένο αριθμό συμμετεχόντων που ανέφεραν χρήση ακουστικών βαρηκοΐας, περιορίζοντας την ικανότητα διερεύνησης εάν η χρήση ακουστικού βαρηκοΐας μπορεί να σχετίζεται με λιγότερη κόπωση.

Περαιτέρω ανάλυση που εξετάζει τις αιτιολογίες της απώλειας ακοής και τις επιπτώσεις των στρατηγικών θεραπείας και αποκατάστασης της ακοής στην κόπωση μπορεί να ενημερώσει τη διαχείριση της κόπωσης και τις επακόλουθες δυσμενείς εκβάσεις για την υγεία.

Must read

Related Articles