Από τα ευρύχωρα μπαλκόνια του ρετιρέ του η θέα κόβει την ανάσα, καθώς θαρρείς ότι αν απλώσεις το χέρι σου θα αγγίξεις τον Παρθενώνα.
Η μοναδική εικόνα του Ιερού Βράχου αποτελεί ένα από τα ξεχωριστά πλεονεκτήματα του επίσης μοναδικού ακινήτου- φιλέτου επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, στη γωνία της με την οδό Μακρυγιάννη.
Αυτό το ακίνητο, όπως αποκαλύπτει σήμερα το «ΘΕΜΑ», πωλείται με τιμή που ζαλίζει, αφού είναι βέβαια ανάλογη της θέσης και των… προσόντων του, φτάνοντας τα 55 εκατ. ευρώ ή 61,11 εκατ. δολάρια. Διεκδικώντας έτσι τη θέση του ακριβότερου μεμονωμένου οικιστικού ακινήτου που πωλείται αυτή τη στιγμή στην Αθήνα, αν όχι σε ολόκληρη τη χώρα.
Το εγχείρημα έχει αναλάβει ο ελληνικός βραχίονας του διεθνούς μεσιτικού γραφείου Sotheby’s International Realty, που έχει ασφαλώς τη δυνατότητα να απευθυνθεί στο αντίστοιχο target group των υποψήφιων μνηστήρων με τα πραγματικά γερά πορτοφόλια.
Η θέση και τα χαρακτηριστικά
Ανάλογη του ζητούμενου τιμήματος είναι και η διθυραμβική περιγραφή του ακινήτου από τη Sotheby’s, που διόλου τυχαία το έχει βαφτίσει «Majestic Athens»…
«Το Majestic είναι ένα ακίνητο-ορόσημο που βρίσκεται σε έναν από τους πιο εμβληματικούς δρόμους της Αθήνας. Με εκπληκτική θέα στον Παρθενώνα και την Ακρόπολη, καθώς και κοντά σε άλλους σημαντικούς πολιτιστικούς χώρους και μνημεία», αναφέρεται χαρακτηριστικά για την «αξιοζήλευτη τοποθεσία του».
Προχωρώντας στη λεπτομερή περιγραφή γίνεται λόγος για ένα «εντυπωσιακό γωνιακό κτίριο μοναδικό στο είδος του, με πέντε συνολικά ορόφους» και ειδικότερα:
■ Το ισόγειο αποτελείται από δύο επαγγελματικά ακίνητα 146 τ.μ και 114 τ.μ, το καθένα με δική τους άμεση πρόσβαση στο υπόγειο, καθώς και ένα διαμέρισμα 40 τ.μ.
■ Στον πρώτο όροφο υπάρχουν τέσσερα διαμερίσματα από 45 τ.μ. έως 115 τ.μ., ενώ ο δεύτερος και ο τρίτος όροφος περιλαμβάνουν από δύο διαμερίσματα το καθένα, εμβαδού από 160 τ.μ. έως 175 τ.μ.
■ Στον τέταρτο όροφο υπάρχει ένα ευρύχωρο διαμέρισμα 279 τ.μ., ενώ στον πέμπτο ένα διαμέρισμα παρόμοιου μεγέθους με άμεση πρόσβαση στο roof garden.
«Οι εσωτερικοί χώροι προσδίδουν μια αίσθηση μεγαλοπρέπειας με τη χρήση μαρμάρου και ξύλου σε όλη την ιδιοκτησία. Η μεγάλη σκάλα με τα μαρμάρινα σκαλοπάτια, το μασίφ ξύλο και το σιδερένιο κιγκλίδωμα είναι ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό στο κέντρο αυτού του πολυτελούς κτιρίου», τονίζεται.
Οσο για το roof garden χαρακτηρίζεται ως «μια όαση στο κέντρο της πόλης και ένα εξαιρετικό μέρος για να χαλαρώσει κανείς απολαμβάνοντας θέα 180 μοιρών στην Αθήνα, από τον Εθνικό Κήπο μέχρι τη θάλασσα».
Ακόμη, καθώς επισημαίνεται ότι το ακίνητο είναι «περιτριγυρισμένο από υπέροχα νεοκλασικά αρχοντικά, το νέο Μουσείο της Ακρόπολης και το θέατρο του Ηρώδου Αττικού», προτείνεται στον όποιο επόμενο ιδιοκτήτη του «να αγκαλιάσει την αίσθηση ότι χάνεται στον χρόνο και την Ιστορία».
Δεδομένης της θέσης και του μεγέθους του, το «Majestic» θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως «symbolic private mansion, γκαλερί τέχνης ή και private members club», ανάλογα με τα γούστα και τις βλέψεις των υποψήφιων επενδυτών.
Στην όλη περιγραφή προστίθεται ότι, ασφαλώς, ο αγοραστής αυτού του ακινήτου «είναι επιλέξιμος για το Ελληνικό Πρόγραμμα Golden Visa».
Η διαδρομή του και ο Ντε Κίρικο
Στη θέση του σημερινού υπερπολυτελούς ακινήτου υπήρχε στο… απώτατο παρελθόν ένα νεοκλασικό οίκημα. Αυτό μέχρι το 1963 που ξαναχτίστηκε σε μοντέρνο, για την εποχή, στυλ.
Η «τομή» στην ιστορία του ήταν το 1979 όταν ο Γιάννης Τζιβέλης, ένας από τους μετέπειτα ισχυρότερους επενδυτές του Ελληνικού Χρηματιστηρίου, το αγόρασε βλέποντας τόσο μπροστά όσο και προς τα πίσω, προς τις ιστορικές ρίζες. Μιλάμε για αρκετά χρόνια προτού η Διονυσίου Αρεοπαγίτου μετατραπεί στον πιο αριστοκρατικό και ακριβό πεζόδρομο της χώρας, όταν ακόμη ήταν κανονικός δρόμος διπλής κυκλοφορίας και στη γωνία με τη Μακρυγιάννη υπήρχε και φανάρι.
Ο Γ. Τζιβέλης έδωσε, κατά πληροφορίες, περί το 1 εκατ. δολάρια για να το αποκτήσει από τους τότε ιδιοκτήτες του, που ήταν Ελληνες ομογενείς. Στη συνέχεια το άφησε στην άκρη μέχρι να αρχίσει να ωριμάζει η αγορά, όπως… το καλό κρασί, αναδεικνύοντας και εκτοξεύοντας την αξία της περιοχής. Κάποια στιγμή, όταν αποφάσισε ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, προχώρησε στο γκρέμισμα του κτιρίου και στην ανέγερση ενός νέου, με πέντε ορόφους και με τις νεοκλασικές γραμμές που είχε στο παρελθόν.
Οπως είχε αναφέρει σε παλαιότερη δήλωσή της η κόρη του Ιρένε Τζιβέλη, «έμπνευση για το καινούριο κτίριο υπήρξε μια παλιά φωτογραφία της περιοχής, που το έδειχνε όπως ήταν στην αρχική του μορφή, καθώς και η επιθυμία των γονιών μου να γίνει το σπίτι σε νεοκλασικό στυλ. Μας ενδιέφερε να επαναφέρουμε το κτίριο στην παλιά του αίγλη».
Και αυτό επετεύχθη με το παραπάνω. Το εγχείρημα ξεκίνησε περίπου στα μέσα του 2005 και το ανέλαβε το εμπειρότατο γραφείο Potiropoulos D+L Architects με υπεύθυνη τη Λιάνα Ποτηροπούλου.
«Οι εσωτερικοί χώροι προσδίδουν μια αίσθηση μεγαλοπρέπειας με τη χρήση μαρμάρου και ξύλου σε όλη την ιδιοκτησία. Η μεγάλη σκάλα με τα μαρμάρινα σκαλοπάτια, το μασίφ ξύλο και το σιδερένιο κιγκλίδωμα είναι ένα εντυπωσιακό χαρακτηριστικό στο κέντρο αυτού του πολυτελούς κτιρίου», αναφέρεται στην περιγραφή του ακινήτου από τη Sotheby’s
Χρειάστηκαν 3,5 χρόνια και περί τα 8,5 εκατ. ευρώ μέχρι το κτίριο να αποκτήσει τη σημερινή μορφή του, με τις εργασίες να ολοκληρώνονται λίγο πριν ανοίξει τις πύλες του το νέο Μουσείο της Ακρόπολης.
Το ακίνητο θα είχε εννέα πολυτελή διαμερίσματα, όλα με θέα στον Ιερό Βράχο, γυμναστήριο με χαμάμ, ενώ στο ισόγειο θα υπήρχε χώρος για δύο καταστήματα. Ακόμη εντός του κτιρίου έχει τοποθετηθεί επιδαπέδια ειδική κατασκευή μέσω της οποίας μπορείς να θαυμάσεις μωσαϊκά του 200 μ.Χ. που ανακαλύφθηκαν με την ανακατασκευή.
Το σχέδιο της οικογένειας Τζιβέλη ήταν να μην πωληθεί κανένα διαμέρισμα ή κατάστημα, αλλά να νοικιαστούν. Οχι, όμως, όλα, καθώς ο Γιάννης Τζιβέλης οραματιζόταν να κρατήσει το ρετιρέ για τον ίδιο. Αυτός άλλωστε υπήρξε κι ένας από τους λόγους που επένδυσε στο κτίριο, έχοντας εμπνευστεί από το διαμέρισμα του Τζόρτζιο ντε Κίρικο στην Piazza di Spagna της Ρώμης και φιλοδοξώντας να φτιάξει κάτι αντίστοιχο και στην Αθήνα, κάτι που από μόνο του θα αποτελούσε ένα έργο τέχνης, αντάξιο να βρίσκεται στη σκιά της Ακρόπολης.
Ο Γιάννης Τζιβέλης, ο επονομαζόμενος και Ελληνας Μπάφετ. Ενας από τους πιο ισχυρούς κάποτε επενδυτές αγόρασε το ακίνητο το 1979. Το σχέδιο του ίδιου και της κόρης του Ιρένε ήταν να μην πωληθεί κανένα διαμέρισμα ή κατάστημα, αλλά να νοικιαστούν και να μείνει στην οικογένεια ο τελευταίος όροφος με την εκπληκτική θέα. Η ζωή όμως τα έφερε αλλιώς και το ακίνητο βγήκε σε πλειστηριασμό
Αλλωστε, όπως είχε πει ο εμβληματικός ζωγράφος, γλύπτης και συγγραφέας, το έργο τέχνης δεν πρέπει να έχει λόγο, ούτε λογική… τσι το συγκεκριμένο ακίνητο ήταν η μόνη ίσως επένδυση του Γ. Τζιβέλη που δεν βασίστηκε απλά σε ψυχρούς αριθμούς και προβλέψεις οικονομικών επιδόσεων. Περιείχε, εκτός από αυτά, όραμα και ταυτόχρονα ένα προσωπικό στοίχημα.
Ο ίδιος έχει ζήσει όλη τη σκληρή διαδρομή από την ανέχεια και την καθημερινή μάχη για τη βιοπάλη, στον οικογενειακό μύλο στη Σιάτιστα Κοζάνης, μέχρι την απόφαση να ξενιτευτεί εξοπλισμένος με ένα μικρό κομπόδεμα, αλλά, κυρίως, με τα όνειρα και το πείσμα του να πετύχει.
Και πέτυχε καθώς διακρίθηκε από τη δεκαετία του ’70 στο εμπόριο γουναρικών με έδρα την Ιταλία. Παράλληλα, έκανε ιδιαίτερα διορατικές και προσοδοφόρες τοποθετήσεις σε ξένα χρηματιστήρια και από τις αρχές των 90s και στην Ελλάδα, όπου ανέπτυξε έντονη επενδυτική δραστηριότητα με κεφάλαια άνω των 100 εκατ. ευρώ.
Δεν υπήρξε ποτέ ευκαιριακός επενδυτής, με την έννοια του «hit and run», με στόχο το γρήγορο κέρδος. Εκανε μακροπρόθεσμες τοποθετήσεις μέσω της εδρεύουσας στην Κύπρο Mitica σε εταιρείες με προοπτικές ανάπτυξης, αγοράζοντας αλλά και αποχωρώντας στο σωστό timing. Tο απέδειξε με την παρουσία του στην Tράπεζα Πειραιώς, όπου ήταν ιδρυτικό στέλεχος και την περίοδο 1996-1998 ο μεγαλύτερος μέτοχός της.
Tο ίδιο και με τις συμμετοχές που απέκτησε στην Attica Συμμετοχών, την Blue Star, την Alpha Trust, τις Μινωικές Γραμμές, την Ευρωπαϊκή Πίστη κ.ά. Χαμηλών τόνων, εντελώς αθόρυβος, αποφεύγοντας κάθε δημόσια παρουσία, αλλά και «αλλεργικός» στον φωτογραφικό φακό, η δράση του απέκτησε μυθιστορηματικές διαστάσεις, με πολλούς να τον χαρακτηρίζουν «Ελληνα Μπάφετ». Περισσότερο γνωστός έγινε το 2003 όταν ήρθε σε ευθεία αντιπαράθεση με την Crown Holdings, μπλοκάροντας τη δημόσια πρόταση της πολυεθνικής για την εξαγορά της θυγατρικής της Hellas Can.
Παράλληλα, όμως, επεκτάθηκε και στην αγορά ακινήτων με τη Mitica Properties, χτίζοντας ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο, με κυρίαρχο εκείνο της Δ. Αρεοπαγίτου.