Από την Εθνική μας Επέτειο για την Ελληνική Ανεξαρτησία την 25η Μαρτίου 1821 δεν θα μπορούσε να απουσιάζει η Google, η οποία χαιρετά τον κόσμο με το αντίστοιχο doodle.
Είναι θρησκευτική και εθνική γιορτή. Είναι θρησκευτική, γιατί γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και εθνική, γιατί η ημέρα αυτή σηματοδοτεί την έναρξη της ελληνικής επανάστασης ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία το 1821. Στις 25 Μαρτίου 1821, ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση ενάντια στην τουρκική σκλαβιά που κρατούσε την Ελλάδα δέσμια για 400 χρόνια.
Ήταν η εποχή εκείνη που ωρίμασαν οι συνθήκες και οι καταστάσεις για το ξεσήκωμα του ελληνισμού. Η επανάσταση ξεκίνησε από τα νότια διαμερίσματα του ελλαδικού χώρου επειδή εκεί υπήρχαν πολλοί εμπειροπόλεμοι άνδρες και πλούσια ναυτική δύναμη ώστε να επιτευχθεί ένα δυναμικό χτύπημα από στεριά και θάλασσα.
Γύρω στα μέσα του Μαρτίου του 1821 σημειώθηκαν σποραδικά επεισόδια εναντίον των Τούρκων και το τρίτο δεκαήμερο του ίδιου μήνα εκδηλώθηκαν οι πρώτες συλλογικές επαναστατικές πράξεις: Στις 21 στα Καλάβρυτα, στις 22 στη Μάνη, στις 23 στην Καλαμάτα και στις 24/25 στην Πάτρα και σ’ όλες σχεδόν τις επαρχίες της Πελοποννήσου καθώς και σε άλλες περιοχές (Σάλωνα, Γαλαξίδι, Λειβαδιά, Αταλάντη).
Τον Απρίλιο η επανάσταση απλώθηκε στις Σπέτσες, στα Ψαρά, στην Ύδρα, στην Κάσο, στη Μύκονο, στην Αττική και σε άλλες περιοχές. Στους επόμενους μήνες η επανάσταση απλώθηκε και στις υπόλοιπες περιοχές. Ως ημέρα κήρυξης της Επαναστάσεως αναγνωρίζεται επίσημα η 25η Μαρτίου. Εκείνη τη μέρα συγκεντρώθηκε στην Αγία Λαύρα μεγάλο πλήθος στρατιωτικών δυνάμεων και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλόγησε και κήρυξε το ξεκίνημα του επαναστατικού αγώνα. Εκεί, παρουσία προκρίτων και οπλαρχηγών, υψώθηκε το λάβαρο του αγώνα και δόθηκε ο όρκος «Ελευθερία ή θάνατος», ενώ οι πολεμιστές κρατούσαν γυμνά τα σπαθιά τους και τα καριοφίλια βροντούσαν.
η Επανάσταση, σε διπλωματικό επίπεδο, ξεκίνησε ήδη από τα τέλη Φεβρουαρίου του 1821 από την μακρινή Μολδοβλαχία (σημερινή Ρουμανία) από τον πρίγκηπα Αλέξανδρο Υψηλάντη.
Στην Ελλάδα η εξέγερση ξεκίνησε από την Πελοπόννησο και γρήγορα εξαπλώθηκε στη Στερεά Ελλάδα κι από εκεί σε ολόκληρη τη χώρα.
Στην καλλιέργεια της εθνικής ταυτότητας που ήταν απαραίτητη για την εκκίνηση της Επανάστασης καταλυτικό ρόλο έπαιξε ο νεοελληνικός διαφωτισμός.
Από τους κυριότερους εκπροσώπους του υπήρξε ο Ρήγας Φεραίος ή Βελεστινλής, ο οποίος είχε γράψει και το περίφημο “καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά 40 χρόνια σκλαβιά και φυλακή”, φράση η οποία συνδέθηκε άρρηκτα με τον απελευθερωτικό αγώνα.
Σύμφωνα με τους λαϊκούς θρύλους η Επανάσταση ξεκίνησε από τα Καλάβρυτα και συγκεκριμένα από την Αγία Λαύρα.


Εκεί, ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε κρυφά τη σημαία της Επανάστασης στις 25 Μαρτίου 1821, δίνοντας το έναυσμα για τον απελευθερωτικό αγώνα.
Το γεγονός αυτό καταγράφηκε ιστορικά και μάλιστα του δόθηκε έμφαση καθώς συσχέτιζε κατά κάποιον τρόπο την Εκκλησία και τη θρησκευτική παράδοση με την Επανάσταση.
Επίσης, σύμφωνα με μια άποψη η ημερομηνία επιλέχθηκε αφενός λόγω της θρησκευτικής σημασίας της και αφετέρου γιατί πίστευαν ότι την ημέρα εκείνη θα μπορούσαν να κρύψουν την Επανάσταση μέσα στους θρησκευτικούς πανηγυρισμούς.
Έτσι η επέτειος εορτασμού του ιστορικού αυτού γεγονότος καθορίστηκε να γίνεται κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Μητροπολιτικός Ναός των Αθηνών θεμελιώθηκε την 25 Δεκ. 1842 και αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου για να τιμηθεί η 25 Μαρτίου 1821.
Πότε και πως καθιερώθηκε η 25η Μαρτίου 1821
Ο εορτασμός της Επανάστασης την 25η Μαρτίου καθιερώθηκε το 1838 με το Βασιλικό Διάταγμα της Κυβέρνησης Όθωνος και συγκεκριμένα του Γεώργιου Γλαράκη, γραμματέα της Επικρατείας (υπουργού) επί των Εκκλησιαστικών, Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και Εσωτερικών.
Ο Όθωνας προσπαθούσε να ενισχύσει τη δημοτικότητά του προσεταιριζόμενος την απήχηση των εκφραστών της Ορθοδοξίας, και ενδεχομένως σε αυτό να οφείλεται η θρησκευτική χροιά του διατάγματος και η καθιέρωση της εορτής.
Πότε και πώς δημιουργήθηκε το ελληνικό κράτος
Το νεοελληνικό κράτος που δημιουργείται στο Λονδίνο στις 3 Φεβρουαρίου 1830 είναι ένα αμάγαλμα όλων των λαών που ζούσανε νότια του Δούναβη έως την Κρήτη για αιώνες. Η Ελλάδα υπάρχει στην αρχαία συνείδηση με τους Πανέλληνες από τον αρχαίο Ίστρο (Δούναβης) έως το νησί του Μίνωα και της Πασιφάης, καθώς οι Αργοναύτες επιστρέφοντας ιδρύουν τις Παρίστριες αποικίες. Η έλευση των Αργοναυτών στη νήσο Κρήτη ουδόλως συμπτωματική είναι γιατί η Μήδεια ως ανιψιά της τοπικής βασίλισσας Πασιφάης αφικνείται ανατολικά στο Κάβο Σίδερο, ένας απόλυτα αιτιολογικός μύθος της οριοθέτησης των Ελλήνων ανατολικά της Μεσογείου.
Πότε αρχίζει η Επανάσταση;
Στο βορρά ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στις 17 Μαρτίου 1821 υψώνει την ελληνική σημαία στο Βουκουρέστι, την τότε πρωτεύουσα της Βλαχίας. Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης τελικά είναι εκείνος που από τη Μάνη στις 17 Μαρτίου 1821 εκκινεί τον ένοπλο αγώνα νότια. Η πόλη της Καλαμάτας απελευθερώνεται στις 23 Μαρτίου 1821 και οι ελεύθεροι Έλληνες από τη «Μεσσηνιακή Γερουσία» συγγράφουνε Προκήρυξη προς τις Ευρωπαϊκές Αυλές. Στη νότια Κρήτη, στο Λουτρό Σφακίων, μια απρόσιτη περιοχή ακόμα έως σήμερα δεν υπάρχει δρόμος, η πρώτη ελληνική κυβέρνηση ως Καγκελαρία άρχισε τον Αγώνα με παγκρήτια συμμετοχή.
Η 25η Μαρτίου 1838 ορίζεται ως η εθνική επέτειος των Ελλήνων από τον Όθωνα. Ακόμη τότε ζούσανε πολλοί πολεμιστές του Αγώνα ανάμεσά τους ο Γέρος του Μοριά ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (1770-1843), ο Στερεοελλαδίτης Ιωάννης Μακρυγιάννης (1797-1864) και ο Κωνσταντίνος Κανάρης (1793-1877) από τα Ψαρά, ο ηρωικός πυρπολητής στην Τένεδο έως τη Χίο και τη Σάμο στο Αιγαίο πέλαγος. Η Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάδα και τα νησιά, τα ελληνικά νησιά, στο ανατολικό Αιγαίο είχανε καθαρή λύση στην επίλυση του γόρδιου οθωμανικού δεσμού. Συγκεκριμένα, η Επανάσταση αποφασίστηκε περί τα τέλη του φθινοπώρου το 1820 από ηγέτες στα οριοθετούμενα σύνορα του Ελληνισμού.
Μία εναρκτήρια απόφαση για την εθνεγερσία πάρθηκε στη Βεσσαραβία (Ismail) από τη Φιλική Εταιρεία στις 20 Οκτωβρίου το 1820, αλλά η εξέγερση προδόθηκε στο Σουλτάνο από τους Άγγλους και γι’ αυτό η Συνάντηση στη Βοστίτσα (Αίγιο) τον επόμενο Ιανουάριο επισπεύδει τις διαδικασίες. Η Συνάντηση στη Βοστίτσα πραγματοποιήθηκε από 26 έως 30 Ιανουαρίου του 1821, με σημαίνοντα πρόσωπα της Πελοποννήσου, όπως οι Ανδρέας Λόντος, Ανδρέας Ζαΐμης, Ασημάκης Φωτήλας, Παπαφλέσσας, Παλαιών Πατρών Γερμανός, Χρύσανθος ο επίσκοπος Μονεμβασίας, Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, Παναγιώτης Αρβάλης, Αμβρόσιος Φραντζής, Σωτήριος Θεοχαρόπουλος και Δημήτριος Μελετόπουλος. Οι συμμετέχοντες προκειμένου να έχουνε μια ημερολογιακή πυξίδα με βάση τις θρησκευτικές εορτές μπροστά τους ορίζουνε μερικές συγκεκριμένες εορτές που όλοι οι ορθόδοξοι γνωρίζουμε, όπως για παράδειγμα 25η Μαρτίου (Ευαγγελισμός της Θεοτόκου), 10η Απριλίου (Κυριακή του Πάσχα), 21η Μαΐου (Κωνσταντίνου και Ελένης) και 29η Μαΐου (Δεύτερη Άλωση της Κωνσταντινούπολης), όπως επισημαίνει ο Οθωμανολόγος Δρ. Δημήτρης Σταθακόπουλος σε ανάλογη συζήτηση με το δημοσιογράφο κ. Πάρι Καρβουνόπουλο. Οι Κρητικοί φαίνεται να μην έχουνε ενημερωθεί, τουλάχιστον όχι επισήμως.
Όταν η Επανάσταση ξεκίνησε στο Ιάσιο στις 21 Φεβρουαρίου 1821 με τον ανέτοιμο Ιερό Λόχο από 500 σπουδαστές, αποφοίτους των Ηγεμονικών Ακαδημιών στις Παρίστριες επαρχίες, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ήτανε ένας ιδεολόγος ηγέτης ο οποίος δυστυχώς δεν πέτυχε να κάνει το όνειρο πραγματικότητα. Ο ίδιος αποτάχθηκε από το ρωσικό στρατό αμέσως από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α΄ και μετά την αποτυχία στο Δραγατσάνι, μόνος του παραδόθηκε στις αυστριακές αρχές, χρόνια μετά όταν αποφυλακίστηκε με περιορισμούς γράφει άρρωστος στις 2 Ιανουαρίου 1828 μια δραματική επιστολή στον νέο Τσάρο Νικόλαο Α΄ της Ρωσίας. Εξαιρετικά ευγενής δεν ζητούσε παρά τη ρωσική διαμεσολάβηση να γίνει αποδεκτός άμα τη επιστροφή του στην πατρίδα από τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης πεθαίνει 19 Ιανουαρίου 1828, έχοντας κλονισμένη υγεία, και χωρίς ποτέ να έλθει στην ελεύθερη Ελλάδα για την οποία όντως έδωσε την ίδια του τη ζωή, με μακρόχρονη στέρηση ελευθερίας έγκλειστος, άνευ λόγου. Η διάσημη επιστολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη από το Ιάσιο στην έναρξη της Επανάστασης «Μάχου Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» στις 24 Φεβρουαρίου το 1821 είναι η αρχή του νέου ελληνικού κράτους.
Η Πελοπόννησος ως το επίκεντρο την Άνοιξη του 1821
Ο Μάρτιος του 1821 υπήρξε πράγματι δραστήριος βόρεια στη Μολδοβλαχία και στη νότια Πελοπόννησο. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης επιθυμούσε να είναι στην Πελοπόννησο ανήμερα του Ευαγγελισμού την 25η Μαρτίου 1821. Είτε ο Επίσκοπος Γερμανός όρκισε τους οπλαρχηγούς στην Αχαΐα, είτε όχι, το χριστιανικό σύμβολο παραμένει ζωντανό. Στις 10-13 Μαρτίου 1821 η ίδια ομάδα της Βοστίτσας συναντήθηκε στην Τρίπολη και τότε υπήρξε έντονη η αντιπαράθεση για αναβολή του Αγώνα. Η ανεπαρκής προετοιμασία και η μη έγκαιρη επιστροφή του απεσταλμένου κληρικού από την Πόλη και το Πατριαρχείο πίσω στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον Ανδρέα Ζαΐμη, ήτανε αρκετά για την αναβολή του αβέβαιου εγχειρήματος και οι παρευρισκόμενοι αποχώρησαν όταν η συζήτηση έφτασε σε αδιέξοδο.
Δίχως αμφιβολία η Κωνσταντινούπολη απέχει χιλιάδες χιλιόμετρα από το νότο και ο φαναριώτικος Ελληνισμός έχει ανέκαθεν διαφορετικές ανάγκες διαβίωσης και επιβίωσης μέσα στο Μουσουλμανικό κόσμο. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ όταν υπέγραφε τον αφορισμό της Επανάστασης ήτανε ο φόβος που έκανε την υπογραφή του στο χαρτί. Η οργισμένη επιστολή του προς τον ορθόδοξο Μητροπολίτη Μολδαβίας Βενιαμίν στις 11 Μαρτίου 1821 να τερματίσει το απονενοημένον τούτο κίνημα δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελληνικός Τηλέγραφος» μόλις στις 17 Απριλίου 1821 στη Βιέννη. Ωστόσο, όταν δημοσιεύεται η βεβιασμένη όσο φοβισμένη επιστολή, ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ έχει ήδη μαρτυρήσει για του Χριστού την πίστη την αγία και της Πατρίδος την Ελευθερίαν, απαγχονισμένος για μέρες στην πόρτα του Πατριαρχείου από την Κυριακή του Πάσχα.
Η Πελοπόννησος έδινε αρχικά πρόσφορο έδαφος για την επιτυχημένη αρχή της Επανάστασης λόγω μιας μικρής πυκνότητας τούρκικου πληθυσμού, το 19ο αιώνα μόνο ένας τους δέκα κατοίκους της Πελοποννήσου είναι Μουσουλμάνος, και ο τουρκικός στρατός είναι όλος συγκεντρωμένος στα Γιάννενα ήδη από το καλοκαίρι του 1820 όταν οι Οθωμανοί πολεμούνε ενάντια στον Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Νοτιότερα και με καθυστέρηση, οι Κρητικοί όταν πληροφορήθηκαν την έναρξη της Επανάστασης σε ανάλογες συναντήσεις στα Σφακιά έλαβαν την απόφαση της ένοπλης συμμετοχής στον Αγώνα και τον Απρίλιο του 1821 ο ορθόδοξος Επίσκοπος Κισσάμου είχε ακριβώς την ίδια τύχη με τον Πατριάρχη. Ο Μεγάλος Αρπεντές στις 24 Ιουνίου 1821 μέσα στην εκκλησία του πολιούχου στον Άγιο Μηνά έφερε το τέλος για όλους τους επισκόπους, το Μητροπολίτη Κρήτης Γεράσιμο Παρδάλη και εκατοντάδες πιστούς.
Οι ένοπλες συγκρούσεις των Οθωμανών με τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων το καλοκαίρι του 1820 στην Ήπειρο δημιουργούνε το δίαυλο ανταπάντησης διάπλατα στον παρίστριο ελληνόφωνο βορρά και στον ξεκάθαρα ελληνικό νότο. Προς τούτο οι πρώτες συζητήσεις έγιναν από τον Οκτώβριο του 1820 στη σημερινή Μολδαβία, όπου μια μεγάλη ελληνική παροικία υπήρχε ήδη από την αρχαιότητα· όταν ο Θεός έβαζε την υπογραφή του για την ελευθερία των Ελλήνων έκτοτε δεν υπήρξε ποτέ επιστροφή, alea jacta est.
Το αφιέρωμα του ΓΕΕΘΑ στην 25η Μαρτίου 1821
Το ΓΕΕΘΑ ετοίμασε με αφορμή την επέτειο της 25ης Μαρτίου ένα αφιέρωμα τιμής και μνήμης σε όλους εκείνους που το 1821 βροντοφώναξαν το «Ελευθερία ή Θάνατος». Στο αφιέρωμα συμμετέχουν απόγονοι των μεγάλων αγωνιστών, μέλη του Πατριωτικού Ομίλου Απογόνων Αγωνιστών 1821, οι οποίοι μας μεταφέρουν τον παλμό και το πνεύμα της ηρωικής εκείνης εποχής, διηγούνται άγνωστες ιστορίες της Επανάστασης, επιδεικνύουν οικογενειακά κειμήλια και έγγραφα ανεκτίμητης ιστορικής αξίας, ενώ στέλνουν το δικό τους μήνυμα εθνικής υπερηφάνειας προς τις νεότερες γενιές των Ελλήνων.
Οι απόγονοι των Αγωνιστών του ’21 που τίμησαν με την συμμετοχή τους το επετειακό αφιέρωμα είναι οι Κωνσταντίνος Πλαπούτας, απόγονος του Οπλαρχηγού Κόλια Πλαπούτα, Αντώνιος Πετμεζάς, απόγονος του Οπλαρχηγού Αντώνιου Πετμεζά, Κωνσταντίνος Ασημάκης Ζαΐμης, απόγονος του Αγωνιστή Ανδρέα Ζαΐμη, Δρ. Δημήτριος Σταθακόπουλος (Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου / Οθωμανολόγος / Τουρκολόγος / Νομικός), απόγονος του Αγωνιστή Δήμου Σταθακόπουλου, Στέφανος-Νικήτας Σταματελόπουλος, απόγονος του Αγωνιστή Νικήτα Σταματελόπουλου (Νικηταρά), Κωνσταντίνος Τζαβέλας, απόγονος του Σουλιώτη Αγωνιστή Νικολάου Τζαβέλα, Γιαννάκης Γκρίτζαλης, απόγονος του Αγωνιστή Γιαννάκη Γκρίτζαλη, Γεώργιος Αργυρόπουλος, απόγονος του Αγωνιστή Αθανασίου Αργυρόπουλου, Παύλος Δεμερτζής – Μπούμπουλης, απόγονος της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας και Πρόεδρος του Μουσείου της Ηρωίδας στις Σπέτσες.
Στην αφήγηση της Επανάστασης συμμετείχε επίσης ο κύριος Αναστάσιος Λιάσκος, Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Πολεμικού Μουσείου Αθηνών. Τα τραγούδια που πλαισιώνουν τις ιστορικές διηγήσεις απέδωσαν ο τενόρος Ναύτης ΕΠΟΠ (ΜΟΥΣ) Ανδρέας Καραούλης και η σοπράνο Σμηνίτης ΕΠΟΠ (ΟΜΟΣ) Σοφία Ζόβα υπό την μουσική υπόκρουση της Διακλαδικής Μπάντας των Ενόπλων Δυνάμεων που διεύθυνε ο αρχιμουσικός πλωτάρχης (Ε) Αντώνιος Καραγουδάκης ΠΝ. Το δικό τους ξεχωριστό μελωδικό «παρών» στο αφιέρωμα προσφέρουν επίσης τα παιδιά της χορωδίας CON-ANIMA υπό την διεύθυνση της κας Ιουλίας Τζανετουλάκου.